Τι να μη λέμε στο παιδί μας μετά από μία ήττα

Αν οι γονείς και οι προπονητές καταλάβαιναν την επίδραση που έχουν στα παιδιά τα λόγια τους μετά από έναν αγώνα θα αρκούνταν στον να τους κάνουν μια αγκαλιά και δε θα έλεγαν τίποτα άλλο.

Τις περισσότερες φορές, όσα λέμε στο παιδί ή τον αθλητή μας σε τέτοιες στιγμές δεν έχουν καμία απολύτως χρησιμότητα. Το μόνο που εκφράζουμε εκείνη τη στιγμή είναι τη δική μας απογοήτευση, το δικό μας θυμό και τη ματαίωση των δικών μας στόχων. Πολλές φορές οι γονείς αισθάνονται πως επειδή μεταφέρουν το παιδί στις προπονήσεις και τους αγώνες ή επειδή του παρέχουν τη δυνατότητα να αθλείται, δικαιούνται να έχουν λόγο και να κάνουν κριτική στην προσπάθεια και την απόδοσή του. Η νοοτροπία αυτή σχετίζεται με χαμηλή αυτοπεποίθηση στο παιδί, ενίσχυση του άγχους και αυξημένες πιθανότητες να εγκαταλείψει νωρίτερα τον αθλητισμό.

Τι ακούνε συνήθως οι αθλητές από τους προπονητές και τους γονείς (και ποιο το αποτέλεσμά τους στο παιδί):

  • «Μπορούσες και καλύτερα». – Αν δεν απέδωσε όπως μπορούσε, οφείλεται σε συγκεκριμένους λόγους. Η διαπίστωση πως ‘μπορούσε και καλύτερα’ γίνεται αντιληπτή από το παιδί ως κριτική και επίρριψη ευθυνών.
  • «Είσαι άχρηστος/η». – Ας μην αναρωτηθούμε μετά γιατί θέλει να σταματήσει τον αθλητισμό ή γιατί έχει χαμηλή αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση. Και προφανώς τέτοιες δηλώσεις δεν βοηθούν τον αθλητή οποιασδήποτε ηλικίας να πεισμώσει και να προσπαθήσει περισσότερο.
  • «Προσβάλλεις το όνομά μου (τη φήμη μου) ως προπονητή με τον τρόπο που έπαιξες». – Αν η φήμη και η υπόληψή μας ως προπονητές ή ως γονείς εξαρτάται από τα επιτεύγματα των παιδιών μας τότε χρειάζεται να αλλάξουμε τρόπο σκέψης! Ως προπονητής η φήμη μας θα ενισχυθεί αν μετά από μία κακή εμφάνιση του αθλητή, τον στηρίξουμε, του δείξουμε ότι συνεχίζουμε να είμαστε περήφανοι που συνεργαζόμαστε μαζί του και κάθε τεχνικό θέμα μπορεί να εντοπίσαμε κατά τη διάρκεια του αγώνα θα το συζητήσουμε μαζί του όταν θα έχει ηρεμήσει και θα μπορεί να επεξεργαστεί τις πληροφορίες. Η αξία μας ως άτομα/γονείς/προπονητές δεν εξαρτάται από την επίδοση των αθλητών ή των παιδιών μας. Μπορούμε να διαπρέψουμε σε όσες δραστηριότητες θα κάνουμε εμείς οι ίδιοι.
  • «Γιατί δεν προσπάθησες»; – Νομίζουμε πως δεν προσπάθησε. Δεν υπάρχει αθλητής που να μην έχει προσπαθήσει σε έναν αγώνα. Αν μας φάνηκε πως δεν προσπάθησε αυτό οφείλεται σε άλλους παράγοντες όπως το άγχος, ή η ντροπή επειδή βλέπει πως την παρακολουθούν και δυσκολεύεται να αποδώσει όπως θα ήθελε. Αν μετά από την αγωνιστική της προσπάθεια εμείς τη ρωτάμε γιατί δεν προσπάθησε, της ακυρώνουμε την προσπάθεια αυτή και πιθανότατα θα νιώσει πως δεν είναι αρκετή. Σε κάθε περίπτωση αυτή η ερώτηση δεν πρόκειται να τη βοηθήσει να κάνει κάτι καλύτερο την επόμενη φορά.
  • «Έκανες αυτό και αυτό το λάθος». – Αν είμαστε οι γονείς καλύτερα να μην πούμε το παραμικρό που αφορά το τεχνικό κομμάτι της αθλητικής προσπάθειας. Αυτό είναι δουλειά του προπονητή και μόνο. Ακόμα και ο προπονητής όμως, καλό είναι να αρκεστεί στη συναισθηματική στήριξη του αθλητή αμέσως μετά τον αγώνα και όταν έχει πλέον ηρεμήσει, τότε να συζητήσουν για τα θέματα προς βελτίωση.
  • «Αφού μπορούσες γιατί δεν κέρδισες»; – Η ερώτηση αυτή έχει την ίδια λογική με το να ρωτήσουμε το παιδί μας γιατί άρπαξε κρύωμα ή γιατί σκόνταψε. Περισσότερο εκφράζουμε το δικό μας πόθο, το δικό μας άγχος και το δικό μας απωθημένο να κερδίσει το παιδί μας. «Είδα πως προσπάθησες πολύ και είμαι περήφανος για εσένα. Είμαι εδώ αν θέλεις να μου πεις το οτιδήποτε», θα είναι μία προτιμότερη προσέγγιση.
  • «Μπορούσες να κερδίσεις». – Βλέπε την αμέσως προηγούμενη δήλωση. Ο αθλητής τις περισσότερες φορές το ακούει σαν «Έπρεπε να κερδίσεις και με έχεις απογοητεύσει που δεν το έκανες».
  • «Δε σου έχω πει να μην αγχώνεσαι;» – Ακόμα και για τους ψυχολόγους είναι αδύνατον να δώσουν εντολή στο άτομο να μην αγχώνεται και αυτό να δουλέψει. Καλύτερα να αναγνωρίσουμε το ότι το παιδί ήταν αγχωμένο και εφόσον το άγχος το δυσκολεύει τότε να συζητήσουμε μαζί του το ενδεχόμενο να συνεργαστεί με έναν ‘προπονητή για το άγχος και τη συγκέντρωση’, ένας από τους ρόλους που έχει ένας αθλητικός ψυχολόγος.

Η ήττα είναι μια πολύτιμη εμπειρία, που δίνει στον αθλητή την ευκαιρία να εντοπίσει αδυναμίες που αποκαλύπτονται μόνο στο αγωνιστικό περιβάλλον. Επιπλέον, η ήττα είναι μια ευκαιρία για τον προπονητή και τους γονείς ώστε να δυναμώσουν τη σχέση με τον αθλητή ή το παιδί τους κάτι που θα έχει θετικό αντίκτυπο στην παρακίνηση, την αυτοπεποίθηση και την ανθεκτικότητα του αθλητή μακροπρόθεσμα. Για να την αξιοποιήσουμε χρειάζεται να απαλλαγούμε από τις προσωπικές μας ανασφαλείς προσδοκίες και να συνειδητοποιήσουμε πως το μόνο που χρειάζεται από εμάς μετά από μία ήττα, είναι:

– μια αγκαλιά,

– μια δήλωση πως «ξέρω πως προσπάθησες και το ότι δε σου βγήκε όπως θα ήθελες με κάνει ακόμα πιο περήφανο/η για σένα» και

– ένα κλείσιμο «όταν ηρεμήσεις θα δούμε μαζί ποια πράγματα έχουμε να βελτιώσουμε» αν είμαι προπονητής και «αν θέλεις να μοιραστείς μαζί μου το οτιδήποτε είμαι εδώ για εσένα» αν είμαστε γονείς.

Τίποτα περισσότερο!

 

Βαγγέλης Βερτόπουλος

Πηγή: Coaching – Therapy